Αφιερωμένο σε εκείνα τα παιδιά 68 χρόνια πριν.....
ΞΗΜΕΡΩΝΟΝΤΑΣ τ' Αγιαννιού, με την αύριο των Φώτων,
λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά,
για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες.
'Έπρεπε, λέει, να πιάσουμε τις γραμμές που κρατούσανε
ως τότε οι Αρτινοί, από Χειμάρα ως Τεπελένι.
Λόγω που εκείνοι πολεμούσανε απ' την πρώτη μέρα, συνέχεια,
κι είχαν μείνει σκεδόν οι μισοί και δεν αντέχανε άλλο.
Δώδεκα μέρες κιόλας είχαμε μεις πιο πίσω, στα χωριά.
Κι απάνω που συνήθιζε τ' αυτί μας πάλι στα γλυκά
τριξίματα της γης, και δειλά συλλαβίζαμε το γάβγισμα του σκύλου
ή τον αχό της μακρινής καμπάνας, να που ήταν ανάγκη, λέει,
να γυρίσουμε στο μόνο αχολόι που ξέραμε:
στο αργό και στο βαρύ των κανονιών, στο ξερό και στο γρήγορο των πολυβόλων.
Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ' τον άλλο, ίδια τυφλοί.
Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές,
εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο.
Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας.
Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα,
μονάχα σοβαροί και αμίλητοι, φέγγοντας μ' ένα μικρό δαδί,
μία-μία εμοιραζόμασταν τη σταφίδα.
Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα
και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές,
όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό,
κι ήταν αυτό πιο κι απ' την κούραση ανυπόφερτο.
Τέλος, κάποτε ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε,
και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε
μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πριχού ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τ' αερόπλανα.
Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το 'χε συνήθειο του,
στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως.
λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά,
για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες.
'Έπρεπε, λέει, να πιάσουμε τις γραμμές που κρατούσανε
ως τότε οι Αρτινοί, από Χειμάρα ως Τεπελένι.
Λόγω που εκείνοι πολεμούσανε απ' την πρώτη μέρα, συνέχεια,
κι είχαν μείνει σκεδόν οι μισοί και δεν αντέχανε άλλο.
Δώδεκα μέρες κιόλας είχαμε μεις πιο πίσω, στα χωριά.
Κι απάνω που συνήθιζε τ' αυτί μας πάλι στα γλυκά
τριξίματα της γης, και δειλά συλλαβίζαμε το γάβγισμα του σκύλου
ή τον αχό της μακρινής καμπάνας, να που ήταν ανάγκη, λέει,
να γυρίσουμε στο μόνο αχολόι που ξέραμε:
στο αργό και στο βαρύ των κανονιών, στο ξερό και στο γρήγορο των πολυβόλων.
Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ' τον άλλο, ίδια τυφλοί.
Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές,
εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο.
Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας.
Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα,
μονάχα σοβαροί και αμίλητοι, φέγγοντας μ' ένα μικρό δαδί,
μία-μία εμοιραζόμασταν τη σταφίδα.
Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα
και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές,
όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό,
κι ήταν αυτό πιο κι απ' την κούραση ανυπόφερτο.
Τέλος, κάποτε ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε,
και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε
μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πριχού ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τ' αερόπλανα.
Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το 'χε συνήθειο του,
στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως.
Ήθελα να βάλω ένα βιντεάκι με την υπέροχη φωνή του Κατράκη να το απαγγέλει αλλά δυστυχώς το κατεβάσαν για copyright. Ας αρκεστώ στην μουσική του Μίκη. Όποιος θέλει να το διαβάσει ολόκληρο ας το βρει εδώ.
7 σχόλια:
Να μην τα ξεχνάμε.
Άξιοι, αγωνιστές.
Έτσι για να θυμόμαστε...
Παντως στα δικα μας- καθολου ενδοξα χρονια- ολο 'Nαι' ειμαστε. Χαθηκε να πουμε κι εμεις κανενα
'Oχι' αρχιζοντας απο τους πολυ κακους πολιτικους;
'Της δικαιοσυνης ηλιε' ειχα
κατι χρονια να το ακουσω! Παντα συγκινητικο και επικαιρο!
Πες τα ρε συ Έλβα...
Πόσο θα ντρέπονται ΕΚΕΙΝΟΙ για μας...
Χρόνια Πολλά και......
καλή Λευτεριά !!!
Μπράβο ρε Στάθη... υπέροχο!!! Φιλιά και καλημέρα :)
και του χρόνου!
Δημοσίευση σχολίου